Δημήτριος Ανδρώνης (1866-1918)
Άλλη μια μεγάλη μορφή της μουσικής Κέρκυρας που η “Μάντζαρος” τιμά με ευαισθησία τις μέρες του Πάσχα, είναι ο Δημήτριος Ανδρώνης. Το περίφημο “Ολυμπιακό Ποίημα” καθώς και τα πένθιμα εμβατήρια που μας άφησε, πιστοποιούν το μέγεθος της συνθετικής του ικανότητας και της μουσικής του μόρφωσης. Μολονότι ο Ανδρώνης σπούδασε στην Ιταλία, ήταν γερά ζυμωμένος με την κλασσική μουσική της εποχής του και αυτήν ήθελε να διαδώσει και να καλλιεργήσει ερχόμενος στην Κέρκυρα.
Δεν ήταν όμως δυναμικός ούτε γεννημένος για αγώνες γι’ αυτό και έζησε όλη του τη ζωή στην αφάνεια και στο τέλος κατακρίθηκε και παραμερίστηκε. Νεαρός ακόμη εισήλθε στο Βασιλικό Κονσερβατόριο της Νάπολης όπου σπούδασε πιάνο και σύνθεση λαμβάνοντας δίπλωμα με το άριστα. Συνέχισε δε στη Μπολόνια όπου εκεί έκανε, ως πιανίστας, την πρώτη του εμφάνιση στο ιταλικό κοινό που αναγνώρισε αμέσως το πηγαίο ταλέντο του. Από τότε ο Ανδρώνης μοιράζεται ανάμεσα σε Νάπολη και Μπολόνια από τη θέση του καθηγητή πιάνου και σύνθεσης το 1890 επιστρέφει στη γενέτειρα του αναλαμβάνοντας τις Σχολές της Παλαιάς Φιλαρμονικής. Το τότε όμως πνεύμα της εποχής υποχρέωσε τον Ανδρώνη να αποχωρήσει σύντομα από τη θέση αυτή. Οι προσωπικές επιδιώξεις πολλών αποθάρρυναν τον Ανδρώνη, του οποίου ο μόνος ευγενικός πόθος ήταν να αναγεννηθεί και να μορφώσει μουσικά τους νέους της πατρίδας του. Ο ευγενικός του χαρακτήρας δεν κατάφερε να αντισταθμίσει τα άπειρα προβλήματα που προέκυψαν. Έτσι ο Ανδρώνης αυτοπεριορίστηκε στο να παραδίδει λίγα ιδιαίτερα μαθήματα. Παρόλη τη μεγάλη επιτυχία της μοναδικής συναυλίας που έδωσε το 1907, δεν κατάφερε να εμφυσήσει το πνεύμα της νέας κλασσικής μουσικής που τότε ήταν σχεδόν άγνωστη στην Κέρκυρα. Ο Ανδρώνης κλείστηκε στον εαυτό του. Δεν εκφραζόταν σε κανέναν. Δεν συναναστρεφόταν με κανέναν. Πάντα μόνος του, κυριευμένος από μια έντονη μυστικοπάθεια, περνούσε τις περισσότερες ώρες της ημέρας καθισμένος σε ένα παγκάκι κάποιας πλατείας.
Λίγο πριν τον Α’ Παγκόσμιο πόλεμο, ο Ανδρώνης ο οποίος είχε προλάβει να διδάξει αρκετούς Κερκυραίους, εξαφανίστηκε. Λένε πως είχε εγκατασταθεί στη Βεντιμίλια της Ιταλίας ενώ άλλες πηγές, αναφέρουν πως το 1918 ο Ανδρώνης έπεφτε θύμα δολοφονικής απόπειρας, στην πόλη Φραγκαβίλα όπου και πέθανε. Όποιο όμως κι αν ήταν το τέλος, ο Ανδρώνης παραμένει ζωντανός στις παρτιτούρες της κερκυραϊκής μουσικής.
Ο Ανδρώνης, υπήρξε ένας εξαιρετικός μουσικός με μια ιδιαίτερα μοναχική και κλειστή ζωή. Η μελωδία που ακούγεται από τη “Μάντζαρο” από πολύ παλιά, περιγράφει με μια μοιραία γλαφυρότητα, την αίσθηση της μοναξιάς και της νοερής απομάκρυνσης. Η marcia του Ανδρώνη έχει συνδεθεί, εδώ και πολλά χρόνια, με τη λιτανεία του Μεγάλου Σαββάτου αλλά και με τη δικιά μας έκφραση συμμετοχής στο θλιβερό, αυτό, πρωινό.
Ο Μυστικοπαθής Καλλιτέχνης
“Ανοιξιάτικο πρωινό σε κάποια κερκυραϊκή πλατεία. Μέσα στην ησυχία, οργιάζει το πράσινο και τα πουλιά ψάλλουν με το τραγούδι τους τη σοφία του Θεού. Κάτω απ’ τις σκιές οι γιαγιάδες το στρώνουν στη κουβέντα ενώ κοντά τους, τα παιδάκια παίζουν αμέριμνα και σκορπίζουν με το γέλιο τους και με τις φωνούλες τους, την πιο αθώα χαρά της ζωής.
Σ’ ένα παγκάκι καθισμένος, ολομόναχος, ένας κύριος λεπτός, μ’ ολόχρυσα γυαλιά και ντυμένος στα μαύρα. Ανάμεσα στα πόδια του, κρατάει το μαύρο μπαστούνι του με την ασημένια λαβή. Φαίνεται κάπως κουρασμένος και κλεισμένος μέσα στον εαυτό του. Κάθε τόσο, κουνάει το χέρι, σαν να μετράει χρόνο, σαν να διευθύνει. Ώρες ολόκληρες αυτή η δουλειά!
Ο μουσικός που βυθίζεται στην έμπνευση, μπροστά στ’ ανοιξιάτικο μεγαλείο. Ο Ανδρώνης ταξιδεύει σε ωκεανούς αρμονίας και ουρανούς μελωδίας…”